ο προσωπικός διπροσωπισμός μου

με την μάσκα μου για ατου μου να κοιτώ με τα πλαστικά μου μάτια τα πλαστικά μάτια της μάσκας του εχθρού μου

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012

το κύμα

Κουβαλώ κόμπλεξ, απρόσαρμοστος στο κόσμο σου .
γίνατε πόρνες, περαστικοί δίχως ψυχή
γιαυτό μην μου μιλάς και παίξε σωστά τον ρόλο σου
αρχιδια
γίνομαι πιο κρύος όσο οι άλλοι γίνονται τα επόμενα,
ανηθικα, νέο-φιλελεύθερα  αρχιδια
σήψη, παντού σκουπίδια
όλο λέμε θα ξεφύγουμε μα μένουμε στα ίδια
καίμε τα κεφαλιά μας
δεν βλέπουμε μποστα μα βλέπουμε τα χάλια μας
και από φλόγες μένουμε μονάχα αποκαϊδια

ακίνδυνο με θέλαν
ακίνδυνοι με μάθαιναν
με μεγάλωναν ακίνδυνα, ακίνδυνα και άνετα
όλοι τους αργοπεθαίναν
με πλαθαν έναν,  ίδιο τους καθ' εικόνα και ομοίωση
μα πήγε αλλού το θέμα
επικίνδυνα δέχτηκα το ψέμα σας
και αντέδρασα στην ίωση

τώρα καμία δικαιολογία και καμία σύμβαση
όσοι ψημενοι κοφτε τα κουμπιά,
ελάτε να ετοιμάσουμε παρέα την επίθεση
δεν είναι λόγια  θέλει συνέπεια και επίγνωση
σκέψη κρίση κι άποψη
δράση και αντίδραση
δράση και αντίδραση
επίθεση

και αν δείλιαζεις κανε πίσω
δεν εχω χρόνο να σπατάλησω κάπως πρέπει να ενεργήσω
βαρέθηκα να προσπαθώ να σας το εξηγήσω
βαρέθηκα να προσπαθώ λειτουργικούς να σας κρατήσω
επόμενη φορά δεν θα μιλήσω,
αν επιμένετε και κοιμήσμενοι μένετε
χαράματα ουρλιάζοντας βίαια θα ξυπνήσω
θα σας ενοχλήσω, θα ταρακουνήσω
όσοι είναι αδύνατοι θα ενοχληθούν
οι άλλοι θα με εξελίξουνε και θα τους εξελίξω

έτσι ζω,
φοβάμαι αρκετά τον κόσμο
για να μπορώ με αυτόν να συγκρούστω
ορκίστηκα ξανά καμία αλυσίδα στο λαιμό να μην δεχτώ
δίχως βόλεψη ,καθαρός, έως ότου να πνιγω
άσε με να παραμίλω
εσυ φοβισμένε δήλωσε το χριστιανός
και κλεισε το γαμιδι σου, άντε τραβά στο καλό 

Βρήκα τον δρόμο μου
Έχασα το νου μου και βρωμίσα το στόμα μου
βραδιά ακόμα μόνος μου εξυμνώ το bellum romanum
περιμένω το κύμα
να πνίξει αυτούς που θέλανε την νύχτα
για εκδίκηση εχω πείνα
οσό κι αν σφιγγεί ο κλοιός με κάθε μήνα
περιμενώ το κύμα

να πέσουνε κεφάλια στην αθήνα

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2012

Συνεχόμενος πονοκέφαλος

    Άλλη μια μέρα έφτασε στο τέλος της και ακόμη ουσιαστικά δεν ένιωσα το πέρασμα της. Αν κάτσω και αναθεωρήσω το τι έκανα σήμερα δεν θα καταφέρω τίποτα παραπάνω από το να αισθανθώ ένα κοινό, κενό δωμάτιο*. Δυσοσμία. Μας δημιούργησαν τον κόσμο του τίποτα και μας πέταξαν μέσα του γεμίζοντας μας με απαιτήσεις να γίνουμε κάτι. Χαμογελαστοί ˙ επιτυχημένοι και όμορφοι. Ζούμε σε μια απροσπέλαστη ζώνη αδράνειας, μια γκρίζα ζώνη γεμάτη από το τίποτα που σου αφήνει μια αηδιαστική ξινίλα στο στόμα.

     Δέκα επτά χρονών, στο τελευταίο έτος του λυκείου και ήδη νιώθω εργάτης  που τον γαμάνε ενώ δουλεύει σε μια δουλειά που δεν επέλεξε. Εκτελώ δωδεκάωρα τις καθημερινές και εξάωρα τα σαββατοκύριακα, πονάει η πλάτη μου και ούτε καν πληρώνομαι. Απεναντίας πληρώνω.

    Η «χρονιά» καλά-καλα δεν άρχισε και ήδη ένας συνεχόμενος πονοκέφαλος πλανάται μέσα στο κρανίο μου κα με βιάζει όποτε του γουστάρει. Μπορεί και πάντα, απλά το συνήθισα. Κάνεις πολλά και δεν κάνεις τίποτα και αν βρεθείς σε θέση να το καταλαβαίνεις το τίποτα σε σκοτώνει. Αδράνεια μαλάκα, μια μακροχρόνια αυτοκτονία με ένα πονοκέφαλο για δώρο. Το χειρότερο είναι ότι δεν υπάρχει περιθώριο για διαφυγή. Το σύστημα ξέρει, το σύστημα δεν αφήνει περιθώρια για «σφάλματα», σου εμφυτεύει την «ενοχή της προσδοκίας». Όλοι χαμογελάνε και προσπαθούν να σε πείσουν να δεις τα πράγματα «θετικά», δηλαδή συμβιβαστικά, όπως ακριβώς τόσα χρόνια τώρα πείθουν και τον εαυτό τους ,ότι πράγματι ζουν όπως θέλουν, πριν σηκωθούν για να πάνε στη δουλειά. Σε συμπαθούν όσο τους πληρώνεις ή όσο σπας την μονοτονία τους. Για ένα σαραντάλεπτο σε ωθούν να ενταχθείς στην κοινωνία τους. Μετά χτυπάει το κουδούνι. Μετά σε ξεχνάνε και πάνε να ψοφήσουν λίγο ακόμη μέσα στο σπίτι τους, παρέα με τα παιδιά και την γυναίκα/ανδρα τους. Πάνε να δουν τηλεόραση.

    Περιμένουν, περιμένουν να ζήσουν αυτά που ονειρεύτηκαν περιμένοντας να γίνεις εσύ το ιδεατό επιτυχημένο αρχίδι με δυο αμάξια και μια καβάτζα σε κάποιο νησί για το καλοκαίρι. Θυμάμαι έναν διάλογο:
Δάσκαλος:
 -πραγματικά παιδιά , δεν καταλαβαίνω ποιο το νόημα να χτυπιέσαι και να νομίζεις ότι έτσι θα αλλάξει κάτι, ότι έτσι θα καταπολεμήσεις την αδικία. Η αδικία δεν καταπολεμάται έτσι, άμα γουστάρεις ανέβα ψηλά και καταπολέμησε την από εκεί πάνω.

Εγώ:
-το θέμα είναι, θα θες να καταπολεμήσεις την αδικία αν ανέβεις ψηλά? Πως μπορείς να καταπολεμήσεις κάτι το οποίο χρειάζεται να χρησιμοποιήσεις για να ανέβεις?

Δάσκαλος:
-ααα, αυτό είναι άλλο θέμα.

                                                  Εκεί κολλάω. Περαστικά μας. Συνεχίζω.

    Έτσι, κάθεσαι δίχως να κάνεις τίποτα και νιώθεις και ενοχές που οι άλλοι περιμένουν κάτι και εσύ δεν κάνεις τίποτα. Νιώθεις ενοχές που δεν σε εμπνέει τίποτα για να κάνεις κάτι. Σκέπτομαι ότι μπορεί και εγώ να είμαι αυτός που φταίει στην τελική. Ώρες, ώρες δε με νοιάζει, το τραβώ στα άκρα και του ρίχνω μια να πάει να γαμηθεί. Αφήστε με ήσυχο, καθίστε και σαπίστε μόνοι σας. Αλλά αν δεν έχεις χρήματα δεν υπάρχει τρόπος για απόδραση. Πρέπει να λερωθείς συμβιβασμούς. Τουλάχιστον μη μου μιλάτε, αφήστε με αν εκτελέσω ήσυχα τις εναπομείναντες ώρες εργασίας μου και να πάω στο διάολο. Δεν σας γουστάρω, ούτε μελλοντικούς υπαλλήλους γραφείων που νομίζουν ότι κάποια μέρα θα την βγουν από πάνω, ούτε χαμογελαστά αφεντικά που το παίζουν δάσκαλοι και σε βαράνε φιλικά στον ώμο λέγοντας «έτσι είναι, τι να κάνουμε?». Βλέπω τα όρια σας και οσφραίνομαι τον φόβο σας. Βρωμάει πιο πολύ απ τον δικό μου. Περαστικά μας και πάλι.
Προσπαθώντας να μείνω αμόλυντος μέσα στο τίποτα γίνομαι ένα μ’ αυτό. Ακούω κούφια κεφάλια να ξερνάνε κεφάτα επαναστατικά λόγια και να υποστηρίζουν κούφιες επαναστατικές αντιδράσεις μόνο και μόνο για να τους βγει το όνομα στην γειτονιά. Εν έτη δυο χιλιάδες δώδεκα ότι λες περνά για πλάκα και ο φασισμός είναι μόδα.

    Σε λίγο έρχεται χειμώνας και τα μαγαζιά ήδη άρχισαν να πουλάν στολίδια και πλαστικούς αϊ Βασίληδες. Στίχοι γυρνάνε στο κεφάλι μου. «Κάποτε θα καταλάβετε και θα έρθετε κοντά μας για να πέσουμε από τα καυτά σκάγια τους πάνω στο κρύο τσιμέντο. Πίσω στους δρόμους, Στα στολισμένα σας σπίτια γεννιέται ο πόνος. Μα δεν με καταλαβαίνετε»

    Θα είναι βαρύς και ο φετινός χειμώνας. Εν τέλει όλα είναι τίποτα και μέσα σε αυτό χανόμαστε, μηδενικά μέσα σε ένα τεράστιο μηδέν. Σήμερα το βράδυ μου είπαν έχει ταινία. Σήμερα το βράδυ θα βγάλω την τηλεόραση απ το ντουλάπι και ,άμα πιάνει σήμα το mega, θα δω ταινία. Θα ξεχαστώ. Ανία και πνευματική εξαθλίωση, ξημερώνει νέα μέρα στην πόλη και ακόμα να ξυπνήσω.

    Συνεχόμενος πονοκέφαλος λοιπόν, και πάμε παρακάτω.











*κλεμμένη φράση αλλα δεν θα την αλλάξω, ειναι η ακριβέστερη περιγραφή της κατάστασης.

Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012

αυτοκριτικη

Έξυπνα και δημιουργικά παιδιά
γεμίζουμε με ψυχολογικά τα ιστολογία μας
στην γωνία μας
ο καθένας πάλι μόνος του
με κλειστό το στόμα του να ζούμε τα δικά μας
ακόμα δεν βρήκα λύση
ούτε κι ώθηση αφού όλοι είχαν δουλειά
όταν κάποιος έπρεπε κάπου να βοηθήσει
και μην ρωτήσεις αν ήσουν εσύ αυτός
αν με είχες νιώσει θα σουν φίλος
και όχι απλά γνωστός

μένω ψυχρός και αδιάφορος στους δίπλα
ανθρωπόμορφα, όμορφα, πρόσωπα χαμόγελα
που κρύβουν από πίσω  την ασχήμια
την αρρώστια, το ψέμα, την βρώμα
αμόλυντος μένω από μόλυνση γαμιόλιδες ακόμα
δε μιλάω πολύ γιατί έχω μεγάλο στόμα
γιατί αν καταφέρω την σκέψη να φέρω
στη επιφάνεια
έτσι ακριβώς όπως με γαμάει τόσα βραδιά
στην αφάνεια
θα κάψει τα μυαλά σας σαν βγούνε
απ την αδράνεια

ζιζάνια, κεφαλιά άχρηστα
βρίσκετε λάθη σε ότι και να κάνω
δεν ζω ευχάριστα 
κάνω ότι κάνω για πάω παραπάνω
να γνωρίσω μια καλύτερη πλευρά μου
να ξεκάνω την παλιά μου
έτσι πάει, έτσι κυλάει
πάλι χαμόγελο πάνω στην μάσκα
νέα μέρα στην πόλη μας ξεκινάει